Σάββατο

Στις μελιτένιες

Στα βατοβλάστια

βατόμουρα κι αγκάθια.

Κι η γλώσσα μαύρη.


Αργοσαλεύει

μ' αεροφιλήματα

το χορταράκι.


Ίριδες σαν φως.

Μ' αραχνοΰφαντο μωβ

πουκαμισάκι.


Κορυφογραμμές.

Ανάβαση στα χνάρια

της δασοκόρης.


Γκρεμνοί και όρη.

Μυθικές οι φιγούρες

στα δασοτόπια.


Κλαδιά και βάτα

σε απάτητους δρόμους

παραμερίζω.


Νύμφες αρπίζουν

Θροΐζουν δρυόφυλλα

Νερά χορεύουν


Φλοίσβοι των νερών

και φύλλων θροΐσματα.

Οι μουσικές μου.


Μέσα στο δάσος

Οι αλαφροΐσκιωτοι

Γίνονται δέντρα


Βαθιά ποτάμια.

Στις δροσερές τους κρύπτες

οι μελιτένιες.


Νεραϊδοκόρες

Κι αηδονολαλίστρες

Των πηγών φωνές


Χορεύουν νύμφες

στου ποταμού τις όχθες.

Θέλγουν τα νερά.


Μέθυσαν πάλι

με των νερών τον οίνο.

Οι ναϊάδες.


Τοξότη βέλη

Στην καρδιά της συλφίδας

Πράσινο αίμα.


Αμαδρυάδων

Βαθυπράσινο δάκρυ

Σε ρίζες λεύκας


Σ' ουρανοδρόμια

Οι φεγγαροντυμένες

Τις ρίζες καίνε


Σαν το δοξάρι

Τις χορδές μου αγγίζουν

Τα αγερικά


Φύλλα ντυμένη

Στους νεραϊδόκοσμους

Περιδιαβαίνω